Το δικαστήριο αποφασίζει την αυτούσια διανομή αν είναι δυνατή η διαίρεση σε μέρη ανάλογα με τις μερίδες των κοινωνών. Αν τα μέρη που σχηματίσθηκαν είναι ίσα, η αυτούσια διανομή τους μεταξύ των κοινωνών γίνεται με κλήρωση, ώστε με αυτήν να λάβει κάθε κοινωνός ανάλογα με τη μερίδα του μέρη, εκτός αν η διανομή με την κλήρωση μπορεί να οδηγήσει σε τεμαχισμό της ιδιοκτησίας κάποιου από τους κοινωνούς ή είναι προδήλως αντίθετη προς το συμφέρον του, οπότε το δικαστήριο μπορεί, ύστερα από σχετική αίτηση, να επιδικάσει σε κάθε κοινωνό ή στις ομάδες των κοινωνών που ζήτησαν να λάβουν κοινή μερίδα ό,τι τους αναλογεί, δηλαδή ανάλογα με τη μερίδα τους μέρη, δίχως κλήρωση.
Αν όμως τα μέρη που σχηματίστηκαν είναι άνισα, το δικαστήριο μπορεί για την εξίσωση άνισων μερών, να αποφασίσει ότι οι κοινωνοί που λαμβάνουν ορισμένα μέρη θα καταβάλουν σε άλλους κοινωνούς ορισμένο χρηματικό ποσό.
Σε κάθε περίπτωση, αυτούσια διανομή δεν μπορεί να γίνει με τη λήψη μόνο χρηματικού ποσού από κάποιο κοινωνό παρά μόνο στις προβλεπόμενες από τα άρθρα 483 του Κ.Πολ.Δ και 1889 του ΑΚ περιπτώσεις της διανομής κοινής επιχείρησης και της επιδίκασης στη σύζυγο του κληρονομουμένου ακινήτου που χρησίμευε ως οικογενειακή στέγη. Θα πρέπει, συνεπώς, το χρηματικό ποσό που ορίζεται να λάβει κάποιος κοινωνός να αποτελεί συμπλήρωμα απλώς του αυτούσιου μέρους του κοινού που λαμβάνει, να είναι, δηλαδή, σημαντικά μικρότερο από την αξία του μέρους που λαμβάνει είτε με κλήρωση είτε με απονέμηση.
Εφόσον η κυριότητα πράγματος ανήκει σε περισσότερους εξ αδιαιρέτου κατ` ιδανικά μέρη, εφαρμόζονται οι διατάξεις για τη κοινωνία, σύμφωνα με τις οποίες, κάθε κοινωνός έχει δικαίωμα να απαιτήσει οποτεδήποτε τη λύση της κοινωνίας με διανομή, εφόσον το δικαίωμα αυτό δεν αποκλείεται από δικαιοπραξία ή από τον προορισμό του κοινού πράγματος για διαρκή σκοπό, αν δε όλοι οι κοινωνοί δεν συμφωνούν για τη διανομή, καθένας από αυτούς μπορεί να απαιτήσει τη δικαστική διανομή του.
Περαιτέρω, κάθε συγκύριος οικοπέδου στο οποίο υπάρχει οικοδομή ή χωριστές οικοδομές, έχει το δικαίωμα να ζητήσει την αυτούσια διανομή του οικοπέδου με σύσταση χωριστής ιδιοκτησίας σε διακεκριμένα μέρη του ενιαίου οικοπέδου, στα οποία έχουν ανεγερθεί οι χωριστές οικοδομές, με την επιφύλαξη των πολεοδομικών διατάξεων. Με τις διατάξεις αυτές παρέχεται η δυνατότητα αυτούσιας διανομής κοινού οικοπέδου, στο οποίο υπάρχει οικοδομή ή χωριστές οικοδομές, με σύσταση χωριστής ιδιοκτησίας κατ` ορόφους ή μέρη ορόφων (οροφοκτησία), σύμφωνα με το ν. 3741/1929 και τα άρθρα 1002 και 1117 ΑΚ, με σύσταση χωριστής ιδιοκτησίας σε διακεκριμένα μέρη του ενιαίου οικοπέδου (κάθετης), στο οποίο έχουν ανεγερθεί οι χωριστές ιδιοκτησίες με την επιφύλαξη των πολεοδομικών διατάξεων.
Τέλος καθιερώνεται ως τρόπος αυτούσιας διανομής η απονέμηση άνισων μερίδων και το δικαστήριο μπορεί για την εξίσωση άνισων μερών να αποφασίσει ότι οι κοινωνοί που λαμβάνουν ορισμένα μέρη θα καταβάλουν σε άλλους κοινωνούς ορισμένο χρηματικό ποσό ή να συστήσει δουλεία σε ορισμένα μέρη υπέρ άλλων κοινωνών.
Το δικαστήριο αποφασίζει την αυτούσια διανομή αν είναι δυνατή η διαίρεση σε μέρη ανάλογα με τις μερίδες των κοινωνών. Αν τα μέρη που σχηματίσθηκαν είναι ίσα, η αυτούσια διανομή τους μεταξύ των κοινωνών γίνεται με κλήρωση, ώστε με αυτήν να λάβει κάθε κοινωνός ανάλογα με τη μερίδα του μέρη, εκτός αν η διανομή με την κλήρωση μπορεί να οδηγήσει σε τεμαχισμό της ιδιοκτησίας κάποιου από τους κοινωνούς ή είναι προδήλως αντίθετη προς το συμφέρον του, οπότε το δικαστήριο μπορεί, ύστερα από σχετική αίτηση, να επιδικάσει σε κάθε κοινωνό ή στις ομάδες των κοινωνών που ζήτησαν να λάβουν κοινή μερίδα ό,τι τους αναλογεί, δηλαδή ανάλογα με τη μερίδα τους μέρη, δίχως κλήρωση.
Αν όμως τα μέρη που σχηματίστηκαν είναι άνισα, το δικαστήριο μπορεί για την εξίσωση άνισων μερών, να αποφασίσει ότι οι κοινωνοί που λαμβάνουν ορισμένα μέρη θα καταβάλουν σε άλλους κοινωνούς ορισμένο χρηματικό ποσό.
Σε κάθε περίπτωση, αυτούσια διανομή δεν μπορεί να γίνει με τη λήψη μόνο χρηματικού ποσού από κάποιο κοινωνό παρά μόνο στις προβλεπόμενες από τα άρθρα 483 του Κ.Πολ.Δ και 1889 του ΑΚ περιπτώσεις της διανομής κοινής επιχείρησης και της επιδίκασης στη σύζυγο του κληρονομουμένου ακινήτου που χρησίμευε ως οικογενειακή στέγη. Θα πρέπει, συνεπώς, το χρηματικό ποσό που ορίζεται να λάβει κάποιος κοινωνός να αποτελεί συμπλήρωμα απλώς του αυτούσιου μέρους του κοινού που λαμβάνει, να είναι, δηλαδή, σημαντικά μικρότερο από την αξία του μέρους που λαμβάνει είτε με κλήρωση είτε με απονέμηση.
Εφόσον η κυριότητα πράγματος ανήκει σε περισσότερους εξ αδιαιρέτου κατ` ιδανικά μέρη, εφαρμόζονται οι διατάξεις για τη κοινωνία, σύμφωνα με τις οποίες, κάθε κοινωνός έχει δικαίωμα να απαιτήσει οποτεδήποτε τη λύση της κοινωνίας με διανομή, εφόσον το δικαίωμα αυτό δεν αποκλείεται από δικαιοπραξία ή από τον προορισμό του κοινού πράγματος για διαρκή σκοπό, αν δε όλοι οι κοινωνοί δεν συμφωνούν για τη διανομή, καθένας από αυτούς μπορεί να απαιτήσει τη δικαστική διανομή του.
Περαιτέρω, κάθε συγκύριος οικοπέδου στο οποίο υπάρχει οικοδομή ή χωριστές οικοδομές, έχει το δικαίωμα να ζητήσει την αυτούσια διανομή του οικοπέδου με σύσταση χωριστής ιδιοκτησίας σε διακεκριμένα μέρη του ενιαίου οικοπέδου, στα οποία έχουν ανεγερθεί οι χωριστές οικοδομές, με την επιφύλαξη των πολεοδομικών διατάξεων. Με τις διατάξεις αυτές παρέχεται η δυνατότητα αυτούσιας διανομής κοινού οικοπέδου, στο οποίο υπάρχει οικοδομή ή χωριστές οικοδομές, με σύσταση χωριστής ιδιοκτησίας κατ` ορόφους ή μέρη ορόφων (οροφοκτησία), σύμφωνα με το ν. 3741/1929 και τα άρθρα 1002 και 1117 ΑΚ, με σύσταση χωριστής ιδιοκτησίας σε διακεκριμένα μέρη του ενιαίου οικοπέδου (κάθετης), στο οποίο έχουν ανεγερθεί οι χωριστές ιδιοκτησίες με την επιφύλαξη των πολεοδομικών διατάξεων.
Τέλος καθιερώνεται ως τρόπος αυτούσιας διανομής η απονέμηση άνισων μερίδων και το δικαστήριο μπορεί για την εξίσωση άνισων μερών να αποφασίσει ότι οι κοινωνοί που λαμβάνουν ορισμένα μέρη θα καταβάλουν σε άλλους κοινωνούς ορισμένο χρηματικό ποσό ή να συστήσει δουλεία σε ορισμένα μέρη υπέρ άλλων κοινωνών.
Ελένη Πολύζου